Εκλεκτικός στα σουηδικά
Μετάφραση: εκλεκτικός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
selektiv, selektiva, selektivt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκλεκτικός
επιλεκτικός συνώνυμο, εκλεκτός συνώνυμα, εκλεκτικός αναστολέας επαναπρόσληψης σεροτονίνης, εκλεκτικός λεξικό γλώσσας σουηδικά, εκλεκτικός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- εκλέξιμος στα σουηδικά - berättigade, berättigad, berättiga, stödberättigande, stödberättigade
- εκλειπτική στα σουηδικά - ecliptic, ekliptikan, förmörkelse-, ekliptikans, elliptiska
- εκλεκτός στα σουηδικά - alternativ, val, urval, valt, valda, vald, väljs, ...
- εκλεπτυσμένος στα σουηδικά - elegant, sirlig, subtil, sofistikerad, sofistikerade, sofistikerat, avancerad, ...
Τυχαίες λέξεις
Εκλεκτικός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: selektiv, selektiva, selektivt
Μεταφράσεις: selektiv, selektiva, selektivt