Εκλεκτικός στα πολωνικά

Μετάφραση: εκλεκτικός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
eklektyczny, eklektyk, selektywny, wybiórczy, selekcyjny, selektywne, selektywnej
Εκλεκτικός στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκλεκτικός

επιλεκτικός συνώνυμο, εκλεκτός συνώνυμα, εκλεκτικός αναστολέας επαναπρόσληψης σεροτονίνης, εκλεκτικός λεξικό γλώσσας πολωνικά, εκλεκτικός στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • εκλέξιμος στα πολωνικά - obieralny, odpowiedni, wybieralny, kwalifikowalne, kwalifikują, kwalifikować, kwalifikuje, ...
  • εκλειπτική στα πολωνικά - zaćmieniowy, ekliptyka, ekliptyczny, ekliptyki, ecliptic, ekliptyczna
  • εκλεκτός στα πολωνικά - wybór, obiór, dobór, wybrany, wybrane, wybrana, na boisko, ...
  • εκλεπτυσμένος στα πολωνικά - elegancki, nobliwy, subtelny, szykowny, wytworny, dystyngowany, reprezentacyjny, ...
Τυχαίες λέξεις
Εκλεκτικός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: eklektyczny, eklektyk, selektywny, wybiórczy, selekcyjny, selektywne, selektywnej