Εκλεκτικός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: εκλεκτικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
seletivo, selectiva, seletiva, selectivo, selectivos
Εκλεκτικός στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκλεκτικός

επιλεκτικός συνώνυμο, εκλεκτός συνώνυμα, εκλεκτικός αναστολέας επαναπρόσληψης σεροτονίνης, εκλεκτικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εκλεκτικός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • εκλέξιμος στα πορτογαλικά - elegível, elegíveis, beneficiar, direito
  • εκλειπτική στα πορτογαλικά - eclíptica, ecliptic, eclíptico, elíptica, da eclíptica
  • εκλεκτός στα πορτογαλικά - escolha, alternativa, escolhido, escolhida, escolhidos, escolheu, escolhidas
  • εκλεπτυσμένος στα πορτογαλικά - esbelto, elegante, fino, sofisticado, sofisticada, sofisticados, sofisticadas
Τυχαίες λέξεις
Εκλεκτικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: seletivo, selectiva, seletiva, selectivo, selectivos