Εκλεκτικός στα λευκορωσικά

Μετάφραση: εκλεκτικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
селектыўны, сэлектыўны
Εκλεκτικός στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκλεκτικός

επιλεκτικός συνώνυμο, εκλεκτός συνώνυμα, εκλεκτικός αναστολέας επαναπρόσληψης σεροτονίνης, εκλεκτικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εκλεκτικός στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • εκλέξιμος στα λευκορωσικά - права
  • εκλειπτική στα λευκορωσικά - экліптыкі
  • εκλεκτός στα λευκορωσικά - абраны, выбраны, вылучаны
  • εκλεπτυσμένος στα λευκορωσικά - складаны, складанае, цяжкі
Τυχαίες λέξεις
Εκλεκτικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: селектыўны, сэлектыўны