Μέτοχος στα ισλανδικά
Μετάφραση: μέτοχος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hluthafi, hluthafinn, hluthafa, eigandi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μέτοχος
βασικόσ μέτοχοσ, μέτοχος ορισμός, κυρίαρχος μέτοχος, αφανήσ μέτοχοσ, μέτοχος αγγλικα, μέτοχος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, μέτοχος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- μέσον στα ισλανδικά - miðlungs, miðill, meðalstór, miðli, meðallangs
- μέσος στα ισλανδικά - meðaltal, meðaltali, Meðaltal, Meðaleinkunn, hverfis, að meðaltali
- μέτρηση στα ισλανδικά - mæling, mælingar, mælingu, mælikvarði, Mælingin
- μέτριος στα ισλανδικά - hóflegur, meðallagi, í meðallagi, miðlungs, miðlungi, hófleg
Τυχαίες λέξεις
Μέτοχος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hluthafi, hluthafinn, hluthafa, eigandi
Μεταφράσεις: hluthafi, hluthafinn, hluthafa, eigandi