Μέτοχος στα ιταλικά

Μετάφραση: μέτοχος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
azionista, socio, azionisti, azionista di, dell'azionista
Μέτοχος στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μέτοχος

βασικόσ μέτοχοσ, μέτοχος ορισμός, κυρίαρχος μέτοχος, αφανήσ μέτοχοσ, μέτοχος αγγλικα, μέτοχος λεξικό γλώσσας ιταλικά, μέτοχος στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • μέσον στα ιταλικά - modo, fare, medio, maniera, mezzo, medie, a medio, ...
  • μέσος στα ιταλικά - modo, mezzo, media, medio, mediocrità, la media, media delle, ...
  • μέτρηση στα ιταλικά - misurazione, misura, di misura, di misurazione, la misurazione
  • μέτριος στα ιταλικά - medio, modo, passabile, moderato, moderare, parco, mezzo, ...
Τυχαίες λέξεις
Μέτοχος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: azionista, socio, azionisti, azionista di, dell'azionista