Μέτοχος στα ουκρανικά

Μετάφραση: μέτοχος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пайовик, акціонер
Μέτοχος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μέτοχος

βασικόσ μέτοχοσ, μέτοχος ορισμός, κυρίαρχος μέτοχος, αφανήσ μέτοχοσ, μέτοχος αγγλικα, μέτοχος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μέτοχος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • μέσον στα ουκρανικά - середземноморський, підлість, середа, середу, середи, середі, середою
  • μέσος στα ουκρανικά - усереднений, середнє, середня, середній
  • μέτρηση στα ουκρανικά - неквапливий, ритмічний, виміряний, виважений, вимір, вимірювання
  • μέτριος στα ουκρανικά - середземноморський, релігія, судноплавний, мистецтво, модеми, задовільний, проїзний, ...
Τυχαίες λέξεις
Μέτοχος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: пайовик, акціонер