Μέτοχος στα ουγγρικά
Μετάφραση: μέτοχος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
részvényes, részvényesi, részvényese, tulajdonosi, részvényesek
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μέτοχος
βασικόσ μέτοχοσ, μέτοχος ορισμός, κυρίαρχος μέτοχος, αφανήσ μέτοχοσ, μέτοχος αγγλικα, μέτοχος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, μέτοχος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- μέσον στα ουγγρικά - közeg, közepes, közép-, közegben, közép
- μέσος στα ουγγρικά - átlagos, átlagérték, átlagosan, átlag, átlaga, Átlagban
- μέτρηση στα ουγγρικά - mérés, mérési, mérése, mérésére, mérést
- μέτριος στα ουγγρικά - mértéktartó, lassú, gázolható, közeg, mértékletes, járható, mérsékelt, ...
Τυχαίες λέξεις
Μέτοχος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: részvényes, részvényesi, részvényese, tulajdonosi, részvényesek
Μεταφράσεις: részvényes, részvényesi, részvényese, tulajdonosi, részvényesek