Μπόλι στα ισλανδικά
Μετάφραση: μπόλι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sáð, inokulum, Bólusetningarefni, Bólusetningarefni sem
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μπόλι
το μπόλι, μπόλι active member πέρασμα στ ́ακρόνειρο, μπόλι active member, μπόλι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, μπόλι στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- μπρούτζος στα ισλανδικά - brazen
- μπόι στα ισλανδικά - byggja, hlaða, hæð, hæðin, á hæð
- μπόλικος στα ισλανδικά - hellingur, fullt, margt, margar, framleiðslueiningar
- μπόσικος στα ισλανδικά - leysa, tapa, slakur, bosikos
Τυχαίες λέξεις
Μπόλι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: sáð, inokulum, Bólusetningarefni, Bólusetningarefni sem
Μεταφράσεις: sáð, inokulum, Bólusetningarefni, Bólusetningarefni sem