Μπόλι στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: μπόλι, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
вакцина, инокулумот, инокулум, инфективна доза
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μπόλι
το μπόλι, μπόλι active member πέρασμα στ ́ακρόνειρο, μπόλι active member, μπόλι λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, μπόλι στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- μπρούτζος στα σλαβομακεδονικά - бронзата, безобразен, дрски, дрска, безобразно, дрзок
- μπόι στα σλαβομακεδονικά - висина, височина, висината, височината, height
- μπόλικος στα σλαβομακεδονικά - многу, голем број
- μπόσικος στα σλαβομακεδονικά - bosikos
Τυχαίες λέξεις
Μπόλι στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: вакцина, инокулумот, инокулум, инфективна доза
Μεταφράσεις: вакцина, инокулумот, инокулум, инфективна доза