Μπόλι στα πορτογαλικά

Μετάφραση: μπόλι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
inóculo, inoculo, de inóculo, in�ulo, do inóculo
Μπόλι στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μπόλι

το μπόλι, μπόλι active member πέρασμα στ ́ακρόνειρο, μπόλι active member, μπόλι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μπόλι στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • μπρούτζος στα πορτογαλικά - bronze, bronzear, descarado, de bronze, descarada, brazen
  • μπόι στα πορτογαλικά - erigir, configuração, edificar, altura, altura de, de altura, altura do, ...
  • μπόλικος στα πορτογαλικά - grande quantidade, lotes, muitos, muitas, muita
  • μπόσικος στα πορτογαλικά - frouxo, laço, bosikos
Τυχαίες λέξεις
Μπόλι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: inóculo, inoculo, de inóculo, in�ulo, do inóculo