Μπόλι στα ρουμανικά
Μετάφραση: μπόλι, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
inoculare, inocul, inoculum, inoculului, de inocul
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μπόλι
το μπόλι, μπόλι active member πέρασμα στ ́ακρόνειρο, μπόλι active member, μπόλι λεξικό γλώσσας ρουμανικά, μπόλι στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- μπρούτζος στα ρουμανικά - bronz, de bronz, aramă, de aramă, brazen
- μπόι στα ρουμανικά - zidi, înălțime, înălțimea, inaltime, inaltimea, înălțimii
- μπόλικος στα ρουμανικά - loturi, loturile, mulțime, o mulțime, multe
- μπόσικος στα ρουμανικά - mlaştină, bosikos
Τυχαίες λέξεις
Μπόλι στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: inoculare, inocul, inoculum, inoculului, de inocul
Μεταφράσεις: inoculare, inocul, inoculum, inoculului, de inocul