Μπόλι στα τούρκικα

Μετάφραση: μπόλι, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
inokulum, inokülum, inokülüm, inokülumun
Μπόλι στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μπόλι

το μπόλι, μπόλι active member πέρασμα στ ́ακρόνειρο, μπόλι active member, μπόλι λεξικό γλώσσας τούρκικα, μπόλι στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • μπρούτζος στα τούρκικα - tunç, bronz, pirinç, yüzsüz, brazen, arsız, utanmaz
  • μπόι στα τούρκικα - kurmak, yapmak, yükseklik, yüksekliği, boy, height, yükseklikte
  • μπόλικος στα τούρκικα - çok, sürü, bir sürü, çok sayıda, birçok
  • μπόσικος στα τούρκικα - gevşek, bosikos
Τυχαίες λέξεις
Μπόλι στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: inokulum, inokülum, inokülüm, inokülumun