Μπόλι στα λευκορωσικά

Μετάφραση: μπόλι, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прышчэпачны, прывівачны, для прышчэплівання, прышчэплівання
Μπόλι στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μπόλι

το μπόλι, μπόλι active member πέρασμα στ ́ακρόνειρο, μπόλι active member, μπόλι λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μπόλι στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • μπρούτζος στα λευκορωσικά - медны, медную, медзяны
  • μπόι στα λευκορωσικά - будаваць, вышыня, кароткія, кароткія хвалі, Паднімаюцца, Сярэдняя вышыня
  • μπόλικος στα λευκορωσικά - шмат, многа
  • μπόσικος στα λευκορωσικά - bosikos
Τυχαίες λέξεις
Μπόλι στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: прышчэпачны, прывівачны, для прышчэплівання, прышчэплівання