Μπόλι στα σουηδικά
Μετάφραση: μπόλι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
inokulum, inokulat, inokulatet, ymp, inoculum
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μπόλι
το μπόλι, μπόλι active member πέρασμα στ ́ακρόνειρο, μπόλι active member, μπόλι λεξικό γλώσσας σουηδικά, μπόλι στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- μπρούτζος στα σουηδικά - brons, fräck, brazen, fräcka, skamlösa
- μπόι στα σουηδικά - bygga, uppföra, höjd, höjden
- μπόλικος στα σουηδικά - massor, partier, mycket, Föremål, många
- μπόσικος στα σουηδικά - slak, slapp, bosikos
Τυχαίες λέξεις
Μπόλι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: inokulum, inokulat, inokulatet, ymp, inoculum
Μεταφράσεις: inokulum, inokulat, inokulatet, ymp, inoculum