Ξεκόβω στα ισλανδικά
Μετάφραση: ξεκόβω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
wean, að wean, venja
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξεκόβω
ξεκόβω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ξεκόβω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ξεκουραστικός στα ισλανδικά - restful, gefur friðsælan
- ξεκούραση στα ισλανδικά - slökun, slaka, afslöppun, slökunin, sem slökun
- ξελογιάζω στα ισλανδικά - seduce, tæla, tælir, að tæla
- ξεμέθυστος στα ισλανδικά - stein-
Τυχαίες λέξεις
Ξεκόβω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: wean, að wean, venja
Μεταφράσεις: wean, að wean, venja