Ξεκόβω στα ρουμανικά
Μετάφραση: ξεκόβω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
dezvăța, dezvata, intarca, înțărca, wean
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξεκόβω
ξεκόβω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ξεκόβω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ξεκουραστικός στα ρουμανικά - odihnitor, odihnitoare, restful, liniștit
- ξεκούραση στα ρουμανικά - repaus, relaxare, de relaxare, relaxarea, destindere
- ξελογιάζω στα ρουμανικά - seduce, seducă, seduca, seduc, a seduce
- ξεμέθυστος στα ρουμανικά - -
Τυχαίες λέξεις
Ξεκόβω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: dezvăța, dezvata, intarca, înțărca, wean
Μεταφράσεις: dezvăța, dezvata, intarca, înțărca, wean