Οξύ στα ισλανδικά

Μετάφραση: οξύ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
acid, sýru, sýra, add, acld
Οξύ στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οξύ

οξύ πνευμονικό οίδημα, οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου συμπτώματα, οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, οξύ ψυχωσικό επεισόδιο, οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου, οξύ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, οξύ στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • οξυδέρκεια στα ισλανδικά - innsýn, innsæi, skilningur, innsæið
  • οξυδερκής στα ισλανδικά - beittur, hvass, glöggur, Athugul
  • οξύθυμος στα ισλανδικά - irascible
  • οξύνοια στα ισλανδικά - astuteness
Τυχαίες λέξεις
Οξύ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: acid, sýru, sýra, add, acld