Συμβιβαστικός στα ισλανδικά

Μετάφραση: συμβιβαστικός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
svf, conciliatory
Συμβιβαστικός στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμβιβαστικός

συμβιβαστικός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συμβιβαστικός στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • συμβιβάζω στα ισλανδικά - sætta, samræma, að samræma, að sætta, sátt
  • συμβιβασμός στα ισλανδικά - málamiðlun, málamiðlun sem
  • συμβολή στα ισλανδικά - framlag, framlagi, iðgjald, mörkum, framlags
  • συμβολαιογράφος στα ισλανδικά - notary, lögbókanda, lögbókandi
Τυχαίες λέξεις
Συμβιβαστικός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: svf, conciliatory