Συμβιβαστικός στα λευκορωσικά

Μετάφραση: συμβιβαστικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прымірэнчы
Συμβιβαστικός στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμβιβαστικός

συμβιβαστικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, συμβιβαστικός στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • συμβιβάζω στα λευκορωσικά - ўзгадніць, узгадніць
  • συμβιβασμός στα λευκορωσικά - кампраміс
  • συμβολή στα λευκορωσικά - ўклад, уклад, ўнёсак, унёсак, фундуш
  • συμβολαιογράφος στα λευκορωσικά - натарыус, натарыўс
Τυχαίες λέξεις
Συμβιβαστικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: прымірэнчы