Συμβιβαστικός στα τσεχικά
Μετάφραση: συμβιβαστικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
smířlivý, smírný, smířlivě, smířlivé, smírčí, smířlivější
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμβιβαστικός
συμβιβαστικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, συμβιβαστικός στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- συμβιβάζω στα τσεχικά - dohoda, narovnat, udobřit, srovnat, urovnat, ústupek, smířit, ...
- συμβιβασμός στα τσεχικά - ústupek, urovnání, dohoda, kompromis, smír, kompromitovat, kompromisní, ...
- συμβολή στα τσεχικά - přispívání, příspěvek, vklad, přínos, přispění, článek, spoluúčast, ...
- συμβολαιογράφος στα τσεχικά - notář, notáře, notářem, notáři
Τυχαίες λέξεις
Συμβιβαστικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: smířlivý, smírný, smířlivě, smířlivé, smírčí, smířlivější
Μεταφράσεις: smířlivý, smírný, smířlivě, smířlivé, smírčí, smířlivější