Τρεμούλιασμα στα ισλανδικά
Μετάφραση: τρεμούλιασμα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
skjálfti, skjálfta, Óróinn
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρεμούλιασμα
τρεμούλιασμα κεφαλιού, τρεμούλιασμα ματιού, τρεμούλιασμα ματιών, τρεμούλιασμα βλεφάρου, τρεμούλιασμα χεριών, τρεμούλιασμα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, τρεμούλιασμα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- τρεμοφέγγω στα ισλανδικά - shimmery
- τρεμούλα στα ισλανδικά - dither
- τριάδα στα ισλανδικά - triad
- τριάντα στα ισλανδικά - þrjátíu, þrjátíu og, þrítugasta, þrítugasta og, og þrjátíu
Τυχαίες λέξεις
Τρεμούλιασμα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: skjálfti, skjálfta, Óróinn
Μεταφράσεις: skjálfti, skjálfta, Óróinn