Τρεμούλιασμα στα ουγγρικά
Μετάφραση: τρεμούλιασμα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
remegés, tremor, remegést, tremort, a tremor
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρεμούλιασμα
τρεμούλιασμα κεφαλιού, τρεμούλιασμα ματιού, τρεμούλιασμα ματιών, τρεμούλιασμα βλεφάρου, τρεμούλιασμα χεριών, τρεμούλιασμα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, τρεμούλιασμα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- τρεμοφέγγω στα ουγγρικά - pislákolás, csillámlás, csillogó, csillámos, fénylő, csillámló, a csillogó
- τρεμούλα στα ουγγρικά - zaklatottság, remegés, remeg, dither, színszórási, váltakozójelet előállító
- τριάδα στα ουγγρικά - trió, szentháromság, háromság, hármas, triád, triász, triádot, ...
- τριάντα στα ουγγρικά - harminc, harmincegy, harmincz, harmincöt
Τυχαίες λέξεις
Τρεμούλιασμα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: remegés, tremor, remegést, tremort, a tremor
Μεταφράσεις: remegés, tremor, remegést, tremort, a tremor