Τρεμούλιασμα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: τρεμούλιασμα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
трепет, треперене, тремор, тремора, трус
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρεμούλιασμα
τρεμούλιασμα κεφαλιού, τρεμούλιασμα ματιού, τρεμούλιασμα ματιών, τρεμούλιασμα βλεφάρου, τρεμούλιασμα χεριών, τρεμούλιασμα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, τρεμούλιασμα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- τρεμοφέγγω στα βουλγαρικά - блестящата, блестящи
- τρεμούλα στα βουλγαρικά - трепет, вълнение, треперя, дитерингова, пипкам, колебая се
- τριάδα στα βουλγαρικά - трио, триада, тройка, триадата, триада на
- τριάντα στα βουλγαρικά - тридесет, трийсет, тридесет и, трийсет и, на тридесет
Τυχαίες λέξεις
Τρεμούλιασμα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: трепет, треперене, тремор, тремора, трус
Μεταφράσεις: трепет, треперене, тремор, тремора, трус