Τρεμούλιασμα στα πολωνικά
Μετάφραση: τρεμούλιασμα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dreszcz, wstrząs, drżenie, zadygotać, drganie, tremor, drżenia, drgawki
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρεμούλιασμα
τρεμούλιασμα κεφαλιού, τρεμούλιασμα ματιού, τρεμούλιασμα ματιών, τρεμούλιασμα βλεφάρου, τρεμούλιασμα χεριών, τρεμούλιασμα λεξικό γλώσσας πολωνικά, τρεμούλιασμα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- τρεμοφέγγω στα πολωνικά - migotanie, lśnienie, lśnić, shimmery, lśniących
- τρεμούλα στα πολωνικά - lęk, niepokój, drżenie, dygotać, wstrząsów, dither, drgań, ...
- τριάδα στα πολωνικά - trójca, tercet, trójka, triada, triady, triad, triadę, ...
- τριάντα στα πολωνικά - trzydzieści, trzydziestu
Τυχαίες λέξεις
Τρεμούλιασμα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: dreszcz, wstrząs, drżenie, zadygotać, drganie, tremor, drżenia, drgawki
Μεταφράσεις: dreszcz, wstrząs, drżenie, zadygotać, drganie, tremor, drżenia, drgawki