Τρεμούλιασμα στα τούρκικα
Μετάφραση: τρεμούλιασμα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
titreme, tremor, tremora, tremoru, sarsıntı
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρεμούλιασμα
τρεμούλιασμα κεφαλιού, τρεμούλιασμα ματιού, τρεμούλιασμα ματιών, τρεμούλιασμα βλεφάρου, τρεμούλιασμα χεριών, τρεμούλιασμα λεξικό γλώσσας τούρκικα, τρεμούλιασμα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- τρεμοφέγγω στα τούρκικα - pırıltılı, ışıltılı, için Parlak, shimmery, parıltısından
- τρεμούλα στα τούρκικα - korku, titreme, renk taklidi, dither, Titreşme, titremek
- τριάδα στα τούρκικα - üçlü, triad, triadı, üçlüsü, üçleme
- τριάντα στα τούρκικα - otuz
Τυχαίες λέξεις
Τρεμούλιασμα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: titreme, tremor, tremora, tremoru, sarsıntı
Μεταφράσεις: titreme, tremor, tremora, tremoru, sarsıntı