Τρεμούλιασμα στα λευκορωσικά
Μετάφραση: τρεμούλιασμα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
трэмор, тремор
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρεμούλιασμα
τρεμούλιασμα κεφαλιού, τρεμούλιασμα ματιού, τρεμούλιασμα ματιών, τρεμούλιασμα βλεφάρου, τρεμούλιασμα χεριών, τρεμούλιασμα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, τρεμούλιασμα στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- τρεμοφέγγω στα λευκορωσικά - мігатлівыя, да мігатлівых, мігатлівых, мільгаюць
- τρεμούλα στα λευκορωσικά - дрыжыкі, озноб, холад
- τριάδα στα λευκορωσικά - трыяда
- τριάντα στα λευκορωσικά - трыццаць
Τυχαίες λέξεις
Τρεμούλιασμα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: трэмор, тремор
Μεταφράσεις: трэмор, тремор