Σταματώ στα ισπανικά

Μετάφραση: σταματώ, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
descanso, parar, pausa, interrupción, detención, comprobar, intermisión, cheque, parada, jaque, deténgase, detener, dejar, dejar de
Σταματώ στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σταματώ

σταματώ κλίση, σταματώ conjugation, δεν σταματώ, δε σταματώ, σταματάω το κάπνισμα, σταματώ λεξικό γλώσσας ισπανικά, σταματώ στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • σταθμός στα ισπανικά - cargo, función, oficio, correo, estación, estación de, la estación, ...
  • σταλάζω στα ισπανικά - chorrear, goteo, escurrir, gotear, chorrito, hilo, de goteo, ...
  • στασιασμός στα ισπανικά - sedición, la sedición, de sedición, sedicion
  • στασιαστικός στα ισπανικά - rebelde, revoltoso, rebeldes, rebeldía, rebelión
Τυχαίες λέξεις
Σταματώ στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: descanso, parar, pausa, interrupción, detención, comprobar, intermisión, cheque, parada, jaque, deténgase, detener, dejar, dejar de