Σταματώ στα λετονικά
Μετάφραση: σταματώ, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
čeks, pauze, apstāties, apstāšanās, pārtraukums, pārtraukt, apturēt, apturētu, pārtraucat
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σταματώ
σταματώ κλίση, σταματώ conjugation, δεν σταματώ, δε σταματώ, σταματάω το κάπνισμα, σταματώ λεξικό γλώσσας λετονικά, σταματώ στα λετονικά
Μεταφράσεις
- σταθμός στα λετονικά - bāze, stacija, postenis, stacijas, staciju, stacijā, station
- σταλάζω στα λετονικά - sūkties, pilēšana, pilēt
- στασιασμός στα λετονικά - musināšana, dumpis
- στασιαστικός στα λετονικά - dumpīgs, dumpīgu, dumpīgi, dumpīga, Dumpīgais
Τυχαίες λέξεις
Σταματώ στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: čeks, pauze, apstāties, apstāšanās, pārtraukums, pārtraukt, apturēt, apturētu, pārtraucat
Μεταφράσεις: čeks, pauze, apstāties, apstāšanās, pārtraukums, pārtraukt, apturēt, apturētu, pārtraucat