Σταματώ στα λευκορωσικά

Μετάφραση: σταματώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
стоп, ступняў
Σταματώ στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σταματώ

σταματώ κλίση, σταματώ conjugation, δεν σταματώ, δε σταματώ, σταματάω το κάπνισμα, σταματώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, σταματώ στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • σταθμός στα λευκορωσικά - вакзал, пошта, плошта, станцыя
  • σταλάζω στα λευκορωσικά - струменьчык, струмень, цурок, струйка, клубочак
  • στασιασμός στα λευκορωσικά - крамола
  • στασιαστικός στα λευκορωσικά - мяцежны
Τυχαίες λέξεις
Σταματώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: стоп, ступняў