Έναρθρος στα ιταλικά
Μετάφραση: έναρθρος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
articulateness
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έναρθρος
έναρθρος λόγος, έναρθρος λεξικό γλώσσας ιταλικά, έναρθρος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- έμψυχος στα ιταλικά - animare, animare le, animare la, animato, animare i
- ένα στα ιταλικά - uno, una, questo, quello, un, di un, di
- έναρξη στα ιταλικά - sorgente, principio, fonte, provenienza, inizio, origine, avvio, ...
- ένας στα ιταλικά - una, questo, quello, uno, un, si
Τυχαίες λέξεις
Έναρθρος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: articulateness
Μεταφράσεις: articulateness