Έναρθρος στα φινλανδικά
Μετάφραση: έναρθρος, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lausua, artikuloida, selkeyttä
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έναρθρος
έναρθρος λόγος, έναρθρος λεξικό γλώσσας φινλανδικά, έναρθρος στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- έμψυχος στα φινλανδικά - elvyttää, virkistää, virkistyä, tunteva, elävöittää, animoida, animoi, ...
- ένα στα φινλανδικά - eräs, yksi, ykkönen, yks
- έναρξη στα φινλανδικά - alkuaika, orastava, lähde, alkuperä, alkujuuri, perusta, synty, ...
- ένας στα φινλανδικά - yks, eräs, ykkönen, yksi, yhden, yhtä, yhdellä, ...
Τυχαίες λέξεις
Έναρθρος στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: lausua, artikuloida, selkeyttä
Μεταφράσεις: lausua, artikuloida, selkeyttä