Έναρθρος στα ουκρανικά
Μετάφραση: έναρθρος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
членороздільний, колінчатий, формулювати, чітке формулювання
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έναρθρος
έναρθρος λόγος, έναρθρος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, έναρθρος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- έμψυχος στα ουκρανικά - оживляти, оживити, надихніть, пожвавити
- ένα στα ουκρανικά - один, одна, кожний
- έναρξη στα ουκρανικά - початок, походження, джерельце, джерело, почало, начало, початку
- ένας στα ουκρανικά - одна, один, кожний, одне, одну, одного
Τυχαίες λέξεις
Έναρθρος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: членороздільний, колінчатий, формулювати, чітке формулювання
Μεταφράσεις: членороздільний, колінчатий, формулювати, чітке формулювання