Έναρθρος στα σουηδικά
Μετάφραση: έναρθρος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
articulateness
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έναρθρος
έναρθρος λόγος, έναρθρος λεξικό γλώσσας σουηδικά, έναρθρος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- έμψυχος στα σουηδικά - animera, levande, animerar, animeras, att animera
- ένα στα σουηδικά - en, ett, du ett
- έναρξη στα σουηδικά - begynnelse, upphov, början, ursprung, påbörjande, påbörjas, inleds, ...
- ένας στα σουηδικά - en, ett, ena, man, någon
Τυχαίες λέξεις
Έναρθρος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: articulateness
Μεταφράσεις: articulateness