Αυλάκι στα ιταλικά
Μετάφραση: αυλάκι, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
rotaia, crespa, scanalatura, solco, grinza, ruga, solchi, furrow, del solco
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυλάκι
αυλάκι πόρτο ράφτη, αυλάκι για πότισμα, αυλάκι πόρτο ράφτη χάρτης, αυλάκι παραλία, αυλάκι χάρτης, αυλάκι λεξικό γλώσσας ιταλικά, αυλάκι στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αυθορμητισμός στα ιταλικά - spontaneità, la spontaneità, di spontaneità, spontaneismo
- αυθόρμητος στα ιταλικά - spontaneo, unprompted, spontaneamente, spontanea, senza averlo richiesto, senza averlo
- αυλή στα ιταλικά - tribunale, corte, cortile, cortile interno, courtyard
- αυλαία στα ιταλικά - cortina, sipario, tendina, tela, tenda, tenda di
Τυχαίες λέξεις
Αυλάκι στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: rotaia, crespa, scanalatura, solco, grinza, ruga, solchi, furrow, del solco
Μεταφράσεις: rotaia, crespa, scanalatura, solco, grinza, ruga, solchi, furrow, del solco