Αυλάκι στα τούρκικα
Μετάφραση: αυλάκι, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
buruşuk, karık, yiv, oluk, kırışık, çizgi, saban izi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυλάκι
αυλάκι πόρτο ράφτη, αυλάκι για πότισμα, αυλάκι πόρτο ράφτη χάρτης, αυλάκι παραλία, αυλάκι χάρτης, αυλάκι λεξικό γλώσσας τούρκικα, αυλάκι στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αυθορμητισμός στα τούρκικα - doğallık, kendiliğindenlik, spontaneity, spontanlık, kendiliğindenliği
- αυθόρμητος στα τούρκικα - istemli, ihtiyari
- αυλή στα τούρκικα - saray, motel, avlu, courtyard, bir avlu, avlusu, avluya
- αυλαία στα τούρκικα - perde, perdesi, giydirme, perdelik, curtain
Τυχαίες λέξεις
Αυλάκι στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: buruşuk, karık, yiv, oluk, kırışık, çizgi, saban izi
Μεταφράσεις: buruşuk, karık, yiv, oluk, kırışık, çizgi, saban izi