Εισχωρώ στα ιταλικά

Μετάφραση: εισχωρώ, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
penetrare, penetrazione, penetrare in, di penetrare, penetrano
Εισχωρώ στα ιταλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εισχωρώ

εισχωρώ συνώνυμο, εισχωρώ λεξικό γλώσσας ιταλικά, εισχωρώ στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • εισπνοή στα ιταλικά - inalazione, l'inalazione, per inalazione, inalatoria, inspirazione
  • εισροή στα ιταλικά - afflusso, flusso, afflusso di, afflussi, affluenza
  • εισόδημα στα ιταλικά - entrata, rendita, reddito, redditi, proventi, entrate, di reddito
  • εκατομμύριο στα ιταλικά - milione, milioni, milioni di, euro, di euro
Τυχαίες λέξεις
Εισχωρώ στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: penetrare, penetrazione, penetrare in, di penetrare, penetrano