Εισχωρώ στα τούρκικα
Μετάφραση: εισχωρώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
nüfuz, penetre, nüfuz eder
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εισχωρώ
εισχωρώ συνώνυμο, εισχωρώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, εισχωρώ στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- εισπνοή στα τούρκικα - soluk alma, inhalasyon, soluma, enhalasyon, inhalasyonu
- εισροή στα τούρκικα - giriş, girişi, akış, girişinin, girişleri
- εισόδημα στα τούρκικα - kazanç, gelir, geliri, gelirleri, gelirli, gelirler
- εκατομμύριο στα τούρκικα - milyon, milyondan, milyona, milyonu
Τυχαίες λέξεις
Εισχωρώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: nüfuz, penetre, nüfuz eder
Μεταφράσεις: nüfuz, penetre, nüfuz eder