Εισχωρώ στα ουγγρικά

Μετάφραση: εισχωρώ, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
behatol, behatolnak, behatolni, áthatolni, hatolni
Εισχωρώ στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εισχωρώ

εισχωρώ συνώνυμο, εισχωρώ λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εισχωρώ στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • εισπνοή στα ουγγρικά - belélegzés, Belélegezve, inhalációs, belégzés, belégzéssel
  • εισροή στα ουγγρικά - behatolás, beömlés, beözönlés, befolyás, beáramlása, beáramlás, beáramló, ...
  • εισόδημα στα ουγγρικά - árbevétel, jövedelem, jövedelmi, bevétel, jövedelme, jövedelmet
  • εκατομμύριο στα ουγγρικά - millió, M
Τυχαίες λέξεις
Εισχωρώ στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: behatol, behatolnak, behatolni, áthatolni, hatolni