Ευρέως στα ιταλικά
Μετάφραση: ευρέως, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ampiamente, largamente, molto, ampio, ampia
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευρέως
ευρέως συνώνυμα, ευρύς ευρέως, ευρέως αποδεκτό, ευρέως συνώνυμο, ευρέωσ φάσματοσ, ευρέως λεξικό γλώσσας ιταλικά, ευρέως στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ευπροσήγορος στα ιταλικά - civico, abbordabile, educato, civile, facile, facili, superficiale
- ευπρόσιτος στα ιταλικά - accessibile, abbordabile, facilmente accessibile, facilmente accessibili, facilmente raggiungibile, facilmente raggiungibili, facile accesso
- ευρετήριο στα ιταλικά - indice, Indice di, dell'indice, index, Indice dei
- ευρύς στα ιταλικά - aperto, ampio, largo, un'ampia, vasta, ampia
Τυχαίες λέξεις
Ευρέως στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: ampiamente, largamente, molto, ampio, ampia
Μεταφράσεις: ampiamente, largamente, molto, ampio, ampia