Ευρέως στα νορβηγικά
Μετάφραση: ευρέως, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
vidt, allment, viden, mye, utbredt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευρέως
ευρέως συνώνυμα, ευρύς ευρέως, ευρέως αποδεκτό, ευρέως συνώνυμο, ευρέωσ φάσματοσ, ευρέως λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ευρέως στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- ευπροσήγορος στα νορβηγικά - høflig, sivil, borgerlig, facile, lettvinte, lettvint, overfladisk
- ευπρόσιτος στα νορβηγικά - tilgjengelig, lett tilgjengelig, lett tilgjengelige, er lett tilgjengelig
- ευρετήριο στα νορβηγικά - pekefinger, indeks, viser, index, indeksen
- ευρύς στα νορβηγικά - bred, brede, bredt, førsteklasses, nødvendige
Τυχαίες λέξεις
Ευρέως στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: vidt, allment, viden, mye, utbredt
Μεταφράσεις: vidt, allment, viden, mye, utbredt