Ευρέως στα πολωνικά
Μετάφραση: ευρέως, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
znacznie, szeroko, powszechnie, szerokie, szerokim
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευρέως
ευρέως συνώνυμα, ευρύς ευρέως, ευρέως αποδεκτό, ευρέως συνώνυμο, ευρέωσ φάσματοσ, ευρέως λεξικό γλώσσας πολωνικά, ευρέως στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ευπροσήγορος στα πολωνικά - dostępny, miejski, uprzejmy, przystępny, kurtuazyjny, układny, cywilny, ...
- ευπρόσιτος στα πολωνικά - osiągalny, dostępny, dojazdowy, przystępny, łatwo dostępne, łatwo dostępny, łatwo dostępna, ...
- ευρετήριο στα πολωνικά - kontrolka, repertorium, wskaźnik, skorowidz, wykaz, katalog, eksponent, ...
- ευρύς στα πολωνικά - ogólny, obszerny, szeroki, łasy, wszechstronny, rozległy, szerokie, ...
Τυχαίες λέξεις
Ευρέως στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: znacznie, szeroko, powszechnie, szerokie, szerokim
Μεταφράσεις: znacznie, szeroko, powszechnie, szerokie, szerokim