Ευρέως στα λατινικά
Μετάφραση: ευρέως, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
late
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευρέως
ευρέως συνώνυμα, ευρύς ευρέως, ευρέως αποδεκτό, ευρέως συνώνυμο, ευρέωσ φάσματοσ, ευρέως λεξικό γλώσσας λατινικά, ευρέως στα λατινικά
Μεταφράσεις
- ευπροσήγορος στα λατινικά - civilis, comis
- ευπρόσιτος στα λατινικά - expositus
- ευρύς στα λατινικά - latus
Τυχαίες λέξεις
Ευρέως στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: late
Μεταφράσεις: late