Ευρέως στα ουκρανικά

Μετάφραση: ευρέως, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
широкий, широко
Ευρέως στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευρέως

ευρέως συνώνυμα, ευρύς ευρέως, ευρέως αποδεκτό, ευρέως συνώνυμο, ευρέωσ φάσματοσ, ευρέως λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ευρέως στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ευπροσήγορος στα ουκρανικά - досяжний, ґречний, чемний, чиновник, цивільний, доступний, громадянський, ...
  • ευπρόσιτος στα ουκρανικά - хабарник, доступний, досяжний, податливий, легко доступні
  • ευρετήριο στα ουκρανικά - непередбачуваність, індекс
  • ευρύς στα ουκρανικά - хліб, широкий, широке, можливостей, широкого
Τυχαίες λέξεις
Ευρέως στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: широкий, широко