Ευρέως στα ουγγρικά

Μετάφραση: ευρέως, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
széles körben, körben, széles, szélesebb körben, széleskörűen
Ευρέως στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευρέως

ευρέως συνώνυμα, ευρύς ευρέως, ευρέως αποδεκτό, ευρέως συνώνυμο, ευρέωσ φάσματοσ, ευρέως λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ευρέως στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • ευπροσήγορος στα ουγγρικά - civilizált, polgári, könnyed, facile, felületes, könnyen lejátszódik, engedékeny
  • ευπρόσιτος στα ουγγρικά - könnyen hozzáférhető, könnyen megközelíthető, könnyen elérhető, könnyen hozzáférhetőnek, jól megközelíthető
  • ευρετήριο στα ουγγρικά - mérlegpálca, tárgymutató, tartalommutató, kompasz, nyelv, névmutató, index, ...
  • ευρύς στα ουγγρικά - széles, türelmes, széles körű, átfogó, széleskörű, tág
Τυχαίες λέξεις
Ευρέως στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: széles körben, körben, széles, szélesebb körben, széleskörűen