Παγκοσμίως στα ιταλικά
Μετάφραση: παγκοσμίως, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
globale, mondiale, mondo, del mondo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παγκοσμίως
παγκοσμίως χάρτης, σεισμοί παγκοσμίως, ώρα παγκοσμίως, ώρεσ παγκοσμίωσ, παγκοσμίως λεξικό γλώσσας ιταλικά, παγκοσμίως στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- παγιδεύω στα ιταλικά - imboscata, appostamento, insidia, agguato, trappola, tranello, laccio, ...
- παγκάκι στα ιταλικά - bancale, panchina, banco, panca, banco di, Divanetto
- παγκόσμιος στα ιταλικά - mondiale, globale, in tutto il mondo, tutto il mondo, mondo, nel mondo
- παγοπληξία στα ιταλικά - gelo, brina, antigelo, frost, gelate
Τυχαίες λέξεις
Παγκοσμίως στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: globale, mondiale, mondo, del mondo
Μεταφράσεις: globale, mondiale, mondo, del mondo