Παγκοσμίως στα πορτογαλικά
Μετάφραση: παγκοσμίως, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
mundo, mundial, do mundo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παγκοσμίως
παγκοσμίως χάρτης, σεισμοί παγκοσμίως, ώρα παγκοσμίως, ώρεσ παγκοσμίωσ, παγκοσμίως λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, παγκοσμίως στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- παγιδεύω στα πορτογαλικά - transversal, emboscada, armadilha, goela, alçapão, apanhar em armadilha, prender, ...
- παγκάκι στα πορτογαλικά - mesa, banco, bastidor, cavalete, bancada, banco de, bench, ...
- παγκόσμιος στα πορτογαλικά - mundial, todo o mundo, em todo o mundo, no mundo inteiro, nível mundial
- παγοπληξία στα πορτογαλικά - geada, gelo, geadas, frost, a geada
Τυχαίες λέξεις
Παγκοσμίως στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: mundo, mundial, do mundo
Μεταφράσεις: mundo, mundial, do mundo