Παγκοσμίως στα ουκρανικά

Μετάφραση: παγκοσμίως, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
світи, світ, мир
Παγκοσμίως στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παγκοσμίως

παγκοσμίως χάρτης, σεισμοί παγκοσμίως, ώρα παγκοσμίως, ώρεσ παγκοσμίωσ, παγκοσμίως λεξικό γλώσσας ουκρανικά, παγκοσμίως στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • παγιδεύω στα ουκρανικά - багаж, западня, сільце, пастка, трап, драбина, заявляючи, ...
  • παγκάκι στα ουκρανικά - стелаж, верстак, верстат, станок, лава, лавка, скамья, ...
  • παγκόσμιος στα ουκρανικά - світи, усесвітній, універсальний, загальний, всесвітній, світової, світовій, ...
  • παγοπληξία στα ουκρανικά - мороз
Τυχαίες λέξεις
Παγκοσμίως στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: світи, світ, мир