Παγκοσμίως στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: παγκοσμίως, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
светот, свет, светска, светски, светската
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παγκοσμίως
παγκοσμίως χάρτης, σεισμοί παγκοσμίως, ώρα παγκοσμίως, ώρεσ παγκοσμίωσ, παγκοσμίως λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, παγκοσμίως στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- παγιδεύω στα σλαβομακεδονικά - зароби, впримчвам, намамат, го зароби, ја зароби
- παγκάκι στα σλαβομακεδονικά - клупа, клупата, маса, на клупата, клупата на
- παγκόσμιος στα σλαβομακεδονικά - во светот, светот, во целиот свет, низ целиот свет, светски
- παγοπληξία στα σλαβομακεδονικά - мраз, слана, на мраз, мразот, иње
Τυχαίες λέξεις
Παγκοσμίως στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: светот, свет, светска, светски, светската
Μεταφράσεις: светот, свет, светска, светски, светската