Τόλμη στα ιταλικά
Μετάφραση: τόλμη, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
intrepidezza, audacia, baldanza, ardire, coraggio, l'audacia, ardimento
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τόλμη
τόλμη και γοητεία επεισόδια, τόλμη και γοητεία, τόλμη και γοητεία ποιοι περασαν ποιοι έφυγαν και ποιοι συνεχίζουν ακόμη, τόλμη και γοητεία ετ3, τόλμη και γοητεία ηθοποιοί, τόλμη λεξικό γλώσσας ιταλικά, τόλμη στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- τωρινός στα ιταλικά - corrente, attuale, flusso, presente, profluvio, corrente di, di corrente, ...
- τόκος στα ιταλικά - interessare, interessamento, frutto, interesse, interessi, di interesse, nelle, ...
- τόλμημα στα ιταλικά - audacia, intrepidezza, audace, ardire, impresa, rischio, venture, ...
- τόνος στα ιταλικά - suono, colorazione, tinta, pressione, sfumatura, tono, tonnellata, ...
Τυχαίες λέξεις
Τόλμη στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: intrepidezza, audacia, baldanza, ardire, coraggio, l'audacia, ardimento
Μεταφράσεις: intrepidezza, audacia, baldanza, ardire, coraggio, l'audacia, ardimento